Αποσύρουν τις «πράσινες» επενδύσεις

Βιομηχανίες και τράπεζες σε όλο τον κόσμο ευθυγραμμίζονται με την πολιτική Τραμπ και αλλάζουν στάση

Ρουμπίνα Σπάθη

Οι φλόγες έκαιγαν ακόμη το Λος Αντζελες και έφερναν την υπερδύναμη εκβιαστικά ενώπιον της κλιματικής κρίσης όταν ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε αμέσως μετά την ορκωμοσία του να υπογράψει διατάγματα που ακύρωσαν τον κορμό των πράσινων πολιτικών της κυβέρνησης Μπάιντεν. Μετά χρόνια πολιτικών πιέσεων για στροφή στην πράσινη οικονομία, που ανάγκαζαν τράπεζες, επενδυτικές, ασφαλιστικές, συνταξιοδοτικά ταμεία και επιχειρήσεις να προσαρμόζονται στην πράσινη μετάβαση και να επιδεικνύουν τα περιβαλλοντικά εχέγγυά τους, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ «πάγωσε» με μια υπογραφή την εκταμίευση κεφαλαίων προς βιομηχανίες και εργολάβους δημοσίων έργων. Ήταν τα κεφάλαια που επρόκειτο να επιδοτηθούν από τα 370 δισ. δολ. του γνωστού ως πακέτου Μπάιντεν για τις πράσινες επενδύσεις, καθώς και του νομοσχεδίου για τον εκσυγχρονισμό υποδομών που είχαν συμφωνήσει τα δύο κόμματα του αμερικανικού Κογκρέσου.
Ανάμεσά τους δάνεια ύψους 280 δισ. δολ. που προβλέπονταν για πράσινες επενδύσεις εντός της επικράτειας της υπερδύναμης, μιας πολιτικής που παρά τα περιβαλλοντικά της εχέγγυα είχε θεωρηθεί επιθετική προς την Ευρώπη καθώς προσείλκυε ευρωπαϊκές βιομηχανίες στην Αμερική και την απειλούσε με αποβιομηχάνιση. Δεδομένου ότι με ένα από τα διατάγματα που υπέγραψε απέσυρε τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, η κίνησή του ερμηνεύθηκε ως η αφετηρία μιας γενικευμένης υπαναχώρησης από το όραμα της πράσινης μετάβασης που είχαν δρομολογήσει μεγάλες και μικρές οικονομίες τα τελευταία χρόνια, έχοντας διαπιστώσει το κατεπείγον της κλιματικής κρίσης.

Δεν ήταν, όμως, η αφετηρία της υπαναχώρησης, αλλά η υλοποίηση μιας πολιτικής επιλογής εξαγγελθείσας προεκλογικώς από τον Ντόναλντ Τραμπ και ως εκ τούτου είχε ήδη επηρεάσει καθοριστικά τα ανακλαστικά ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, που είχαν έως τώρα δεσμευθεί στην πράσινη μετάβαση. Αρχικά άρχισαν να αλλάζουν στάση και να αποδεσμεύονται από την πράσινη μετάβαση ολόκληροι κλάδοι της αμερικανικής οικονομίας, αλλά σε δεύτερη φάση συμπαρασύρονται οι αντίστοιχοι των ευρωπαϊκών οικονομιών, και η τάση γενικεύεται φέρνοντας ένα πρόωρο τέλος σε μια παγκόσμια συμφωνία επιβεβλημένη για τη διάσωση του πλανήτη. Με τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο, ο πρώτος κλάδος που έσπευσε να συμμορφωθεί με τις αντιλήψεις του νέου προέδρου περί πράσινης πολιτικής ήταν οι αμερικανικές τράπεζες, με κολοσσούς όπως οι JPMorgan, Citigroup και Goldman Sachs να αποχωρούν συλλήβδην από τα διάφορα δίκτυα και τις συμφωνίες για «μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα». Αποδεσμεύθηκαν, εν ολίγοις, από συμφωνίες οι οποίες τις δέσμευαν να μη χρηματοδοτούν ρυπογόνες βιομηχανίες και να στηρίζουν, αντιθέτως, πράσινες επενδύσεις. Μόλις τρεις ημέρες πριν από την ορκωμοσία του Τραμπ, προχώρησαν στην ίδια κίνηση οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες του Καναδά και τελευταία οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται στα χνάρια των αμερικανικών, καθώς απειλούν να αποχωρήσουν από τη συμμαχία για μηδενικό άνθρακα, τη Net Zero Banking Alliance, αν δεν χαλαρώσουν οι όροι της.

Η κίνηση του Αμερικανού προέδρου να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα ερμηνεύθηκε ως η αφετηρία μιας γενικευμένης υπαναχώρησης.

Η υπαναχώρηση των ευρωπαϊκών τραπεζών θα ήταν καθοριστική στην Ε.Ε., που αναμφίβολα έχει σημειώσει σοβαρές επιτυχίες στη στροφή της στην πράσινη ενέργεια και στην πορεία προς την επίτευξη των στόχων της για το κλίμα. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν το 44,7% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. ενώ η παραγωγή ενέργειας με ορυκτά καύσιμα έχει μειωθεί κατά σχεδόν 20% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2022. Και στο μεταξύ καταγράφονται επιτυχίες στις τεχνολογίες για την αποθήκευση του άνθρακα. Η επιστροφή του Τραμπ, ωστόσο, εξωθεί ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να ανακαλέσουν τα σχέδιά τους, όπως ο γερμανικός ενεργειακός κολοσσός RWE, που έχει ανακοινώσει από τον Νοέμβριο ότι δεν θα προχωρήσει στο σχέδιό του για μονάδα ανεμογεννητριών στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της εταιρείας δεδομένων για θέματα ενέργειας Rystad Energy, «παγώνουν», έτσι, άλλα σχέδια αιολικής ενέργειας δυναμικής σχεδόν 25 γιγαβατωρών, που αντιπροσωπεύουν το 65% των αμερικανικών σχεδίων του είδους.

Τελευταία, οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται στα χνάρια των αμερικανικών, καθώς απειλούν να αποχωρήσουν από τη συμμαχία για μηδενικό άνθρακα.

Και τις τελευταίες ημέρες, η Federal Reserve ανακοίνωσε την απόφασή της να αποχωρήσει από το δίκτυο κεντρικών τραπεζών που έχουν δεσμευθεί στην πράσινη μετάβαση και το οποίο υπήρξε πρωτοβουλία του διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, από το 2017. Και η επιλογή της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ εύλογα εκτιμάται πως θα οδηγήσει σε ανάλογες κινήσεις από άλλες κεντρικές τράπεζες. Η τάση γενικεύεται, άλλωστε, μεταξύ επενδυτών και μεγάλων επενδυτικών καθώς ο επενδυτικός κολοσσός της BlackRock ανακοίνωσε προ ημερών ότι αποχωρεί από το σημαντικότερο δίκτυο επενδυτών και διαχειριστών κεφαλαίων που είχε δεσμευθεί στην πράσινη μετάβαση, το Net Zero Asset Managers. Ακολούθησε λίγες ημέρες αργότερα η ανακοίνωση της Net Zero Asset Managers ότι εγκαταλείπει την πολιτική ελέγχων στις επενδύσεις και δεν απαιτεί πλέον από τις επενδυτικές να τηρούν πράσινη πολιτική.

Προς επιβράδυνση η ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας

Την ώρα που καταγράφεται υπαναχώρηση πολλών κλάδων της βιομηχανίας από την πράσινη μετάβαση, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) προειδοποιεί πως τα επόμενα έτη ενδέχεται να επιβραδυνθεί η ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας, η αύξηση της παραγωγής της και της χρήσης της. Σύμφωνα με την ΙΕΑ, αιτία μιας τέτοιας εξέλιξης μπορεί να είναι το μεγάλο μερίδιο αγοράς που έχουν κατακτήσει παγκοσμίως ορισμένες χώρες με τις επιτυχημένες τεχνολογίες τους στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Μιλώντας στο περιθώριο του Νταβός, ο επικεφαλής της ΙΕΑ, Φατίχ Μπιρόλ, προέβλεψε ότι «μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια θα σημειωθεί υποχώρηση ως προς την ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας, καθώς πολλές χώρες θα επιβάλουν δασμούς στις σχετικές τεχνολογίες άλλων χωρών, για να προστατεύσουν τις βιομηχανίες τους».
Ο εν λόγω οικονομολόγος τόνισε ότι όσοι επενδύουν σήμερα στην καθαρή ενέργεια έχουν κίνητρο όχι μόνο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τη μείωση του κόστους, καθώς σήμερα η ηλιακή ενέργεια είναι πλέον η φθηνότερη μορφή ενέργειας παγκοσμίως. Επιπλέον, τα ηλεκτροκίνητα οχήματα χαρακτηρίζονται σήμερα από υψηλό βαθμό αποτελεσματικότητας ως προς το κόστος τους, «όπως, για παράδειγμα, στην Κίνα, τα ηλεκτροκίνητα οχήματα της οποίας έχουν πλέον τα ίδια επίπεδα τιμών με τις τιμές των συμβατικών οχημάτων». Υπογράμμισε, έτσι, πως είναι πολύ σημαντικό το κόστος για τις χώρες που επενδύουν στην καθαρή ενέργεια, γι’ αυτό και η καθαρή ενέργεια «θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται, αλλά θα αντιμετωπίσει προκλήσεις». Μία από τις προκλήσεις είναι αναμφίβολα η αλλαγή στάσης από πλευράς των επενδυτών. Στη διάρκεια του περασμένου έτους, οι επενδυτές ανά τον κόσμο απέσυραν περίπου 30 δισ. δολ. από αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε σχέδια για το κλίμα. Οι συγκεκριμένες εκροές είναι ενδεικτικές δεδομένου ότι το 2024 κατεγράφη για πρώτη φορά μετά το 2019 μείωση των εισροών σε κεφάλαια που επενδύουν στο κλίμα. Στη διάρκεια της αμέσως προηγούμενης τετραετίας, τα περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζονταν τα εν λόγω κεφάλαια έφτασαν στο ρεκόρ των 541 δισ. δολ. αλλά μειώθηκαν για πρώτη φορά το περασμένο έτος στα 533 δισ. δολ. Και αυτό συνέβη μολονότι τα κεφάλαια που επενδύουν σε σχέδια φιλικά προς το κλίμα είχαν απόδοση μεγαλύτερη από την ευρύτερη αγορά που έφτασε στο 13,16% όταν η αντίστοιχη στην ευρύτερη αγορά ήταν 12,08%. Η εξέλιξη εκτιμάται πως αντανακλά την τάση των επενδυτών να προσαρμοστούν στη νέα πολιτική πραγματικότητα όπως αυτή διαμορφώνεται με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και την πολιτική του σε θέματα πράσινης μετάβασης.

Η απόφαση BlackRock

Η επενδυτική BlackRock δικαιολογεί την απόφασή της να αποχωρήσει από τη συμφωνία επενδυτών για την πράσινη μετάβαση υποστηρίζοντας πως η συμμετοχή της σε αυτήν «είχε προκαλέσει σύγχυση και εξώθησε ορισμένους αξιωματούχους να υποβάλουν επισήμως ερωτηματολόγια στην εταιρεία, που ήταν νομικά δεσμευμένη να απαντήσει».

30 δισ.

δολάρια απέσυραν το περασμένο έτος οι επενδυτές από κεφάλαια που επενδύουν στο κλίμα.
Ο κίνδυνος για τις εταιρείες

Ο Σιβαράμ Ραγκοπάλ, καθηγητής στη Σχολή Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια, εξηγώντας την απόφαση τραπεζών και επενδυτών να εγκαταλείψουν τις συμφωνίες για την πράσινη μετάβαση, υπογραμμίζει ότι «αν ο διευθύνων σύμβουλος επιλέξει να παραμείνει σε αυτές τις συμφωνίες, εκθέτει τον εαυτό του στον κίνδυνο μεγάλων διενέξεων».

300 δισ.

δολ. εκτιμάται από επενδυτές η αξία των έργων αναβάθμισης υποδομών στις ΗΠΑ που ακυρώνει ο Ντόναλντ Τραμπ.

Δύσκολη συνέχεια

Βλέποντας τον Ντόναλντ Τραμπ να «παγώνει» τις πράσινες επενδύσεις, ο Ρομπ Μπαρνέτ, αναλυτής του Bloomberg, τονίζει ότι «αν έχουν εγκριθεί εγγυήσεις, δάνεια, οποιαδήποτε χρηματοδότηση από το πακέτο Μπάιντεν, αλλά δεν έχουν ακόμη εκταμιευθεί τα κεφάλαια, τότε θα είναι πολύ δύσκολο να εκταμιευθούν υπό την κυβέρνηση Τραμπ».

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ